Η αλήθεια είναι ότι παρακολούθησα το τελευταίο επεισόδιο με τρόμο. Έλεγα, να, τώρα κάτι θα γίνει και θα μας τα ανατρέψει όλα. Θα πάει να δει η Ζωή τον μικρό Οδυσσέα στο ίδρυμα και θα της έρθουν σκηνές στο νου ότι έζησε κι αυτή κάποια περίοδο εκεί και τελικά θα ξαναβγούν αδέρφια. Όταν δε είδα την Ζωή να βαράει τις σιδεριές και ο Παπακαλιάτης να βγαίνει και να την κοιτάει με ύφος δολοφονικό, λέω τώρα θα βγάλει κάνα πιστόλι και θα τη ρίξει. Ευτυχώς, τέλος καλό όλα καλά. Όμως...
Είπα και σε παλαιότερη ανάρτηση ότι ο Παπακαλιάτης είναι επιρρεπής στο φωσκολικό δράμα. Βέβαια, δεν φτάνει σε εκείνα τα άκρα και έχει μια συναίσθηση ότι ο κόσμος μπορεί να αντιδράσει σε ορισμένες υπερβολές του. Έβαλε π.χ. στο προτελευταίο επεισόδιο τη φανταστική γκόμενα του Παπασπηλιόπουλου να του λέει: "Αμάν πια, σαπουνόπερα έχετε καταντήσει". Που σημαίνει πως ή διάβασε τη δική μου ανάρτηση που τον κατηγορούσα για κάτι τέτοιο (lol!) ή φαίνεται ότι συνειδητοποιεί ότι όλο αυτό το πράγμα εμπεριέχει μια υπερβολή. Γι' αυτό τον λόγο και βάζει κάθε φορά στις σειρές του και comic relief σκηνές ή έχει και σκηνές καθημερινού διαλόγου που να έχουν στοιχεία ρεαλισμού, με σκοπό να εξισορροπήσει τις φωσκολικές τάσεις.
Το κακό με το φωσκολικό δράμα είναι ότι πετυχαίνει το ακριβώς αντίθετο αποτέλεσμα από αυτό που επιθυμεί ο δημιουργός του. Είμαι σίγουρος ότι όταν ο Φώσκολος έγραφε το "Όχι άλλο κάρβουνο" ήταν βαθύτατα συγκινημένος και τα δάκρυά του έπεφταν πάνω στο χαρτί. Είχε δηλαδή μια βεβαιότητα ότι θα κλάψουν μέχρι κι οι πέτρες με την περιβόητη αυτή σκηνή. Το αποτέλεσμα είναι ότι ακόμη και σήμερα γελάμε με εκείνη την απίστευτη υπερβολή. Όταν όμως εσύ θέλεις να κάνεις τον κόσμο να κλάψει κι εκείνος γελάει, το δράμα σου έχει πρόβλημα.
Το δράμα, λοιπόν, για να πετύχει, κατά τη γνώμη μου τουλάχιστον, πρέπει να έχει ένα μέτρο. Πρέπει ο θεατής να μπορέσει να ταυτιστεί με αυτά που συμβαίνουν στη μικρή ή τη μεγάλη οθόνη. Ο θεατής ναι μεν θέλει το "παραμύθι" και καλά κάνει, οπότε μια κάποια υπερβολή είναι απαραίτητη, αλλά κι η υπερβολή ακόμα έχει τα όριά της. Χρειάζεται δηλαδή και η αίσθηση του μέτρου. Ο Φώσκολος δεν είχε ΚΑΘΟΛΟΥ μέτρο. Ο Παπακαλιάτης, παρόλο που συχνά πέφτει σε φωσκολικές λούμπες, δείχνει να σώζει κάπως τα προσχήματα. Κι αυτό είναι υπέρ του.
Ασφαλώς και ο Παπακαλιάτης στη συγκεκριμένη σκηνή της "φυλάκισης" της Ζωής ήθελε να κάνει μια πολύ έντονη δραματική σκηνή. Και είχε δίκιο, η περίσταση το απαιτούσε. Και οπωσδήποτε ήθελε να δείξει τις τάσεις φυγής της Ζωής και το πόσο ο Πέτρος ήθελε πάση θυσία να την κρατήσει κοντά του. Ο τρόπος όμως που επέλεξε να μας το αναπαραστήσει όλο αυτό ξέφευγε από τα όρια. Τη στιγμή λοιπόν εκείνη που πρέπει ο κόσμος να δακρύσει, δεν καταφεύγεις στο στυλιζαρισμένο για να μας κάνεις επίδειξη, ούτε σε κάτι που στην πραγματική ζωή δεν θα γινόταν ποτέ. Δεν πρέπει εκείνες τις στιγμές να αποσπάται η προσοχή του θεατή από το συναίσθημα, αλλά να του επιτρέψεις να το βιώσει πλήρως.
Κατά τα άλλα, είχαμε ένα happy end σε γενικές γραμμές και καλά έκανε. Πολλές φορές οι Έλληνες σεναριογράφοι το φοβούνται το happy end γιατί το θεωρούν πολύ αμερικανιά και τρώνε τα μούτρα τους, αλλά ο Παπακαλιάτης δεν το φοβήθηκε. Παρόλο που θα ήταν δικαιολογημένος (σεναριακά εννοώ) ένας οριστικός χωρισμός του Πέτρου με τη Ζωή, δεδομένης της επικείμενης υιοθεσίας του Οδυσσέα. Δηλαδή, με την είσοδο του Οδυσσέα στο προσκήνιο, ένα "sad" end δεν θα ήταν καθόλου αστήρικτο.
Σε γενικές γραμμές, είχαμε ένα λογικό φινάλε, που ίσως να απογοήτευσε και μερικούς που θα ήθελαν κάτι σοκαριστικό και ανατρεπτικό από τον Παπακαλιάτη. Μου άρεσε η τελευταία σκηνή με τους νεκρούς γονείς σε διπλανό τραπέζι, όπως επίσης και η σκηνή στο αυτοκίνητο με όλη την οικογένεια να κοιτάζει το πρώην σπίτι τους, που είχε και μια "κωμική" εξέλιξη. Εντάξει, μπορούσες να το θεωρήσεις και ελαφρώς παρατραβηγμένο (τόση πια άνεση αυτά τα παιδιά με αυτή τη μάνα), αλλά το βρήκα χαριτωμένο. Τέλος, μου άρεσε πολύ και η Δανάη Σκιάδη, που ήταν περισσότερο θηλυκό απ' ό,τι συνήθως και ήταν πολύ δυνατή ερμηνευτικά στη σκηνή της αντιπαράθεσης με τον Παπακαλιάτη.
Τι έμεινε από τη σειρά αυτή; Τα αρνητικά πρώτα: 1) Κάποιες ιστορίες που έμειναν ανεκμετάλλευτες και έχεις την αίσθηση ότι μπήκαν για να μπουν, έτσι για να γεμίσει ο χρόνος (η ερωτική ιστορία της Μεντή με τον Γαλανό, η όλη φάση με την τραβεστί, ο παρολίγον γάμος με την Βλαντή), οπότε θα μπορούσαν και να λείπουν. 2) Η Νένα Μεντή. Στις δραματικές σκηνές ήταν πολύ κατώτερη των περιστάσεων. Κακή επιλογή και της ίδιας και του Παπακαλιάτη. 3) Η υπερβολή βεβαίως που προανέφερα, με αποτέλεσμα να μην είναι μια σειρά που θα μείνει στις μνήμες μας, αλλά θα ξεχαστεί γρήγορα, αποτυγχάνοντας να επενδύσει στο συναίσθημα του θεατή.
Τα θετικά: 1) Το πολύ καλό cast, συμπεριλαμβανομένων και των δεύτερων ρόλων, με μοναδική παραφωνία τη Μεντή. Να επισημάνω και τη Γιώτα Φέστα, ιδιαίτερα στο προηγούμενο επεισόδιο που είχε και μεγαλύτερο ρόλο, που, παρόλο που ταυτίστηκε με τον κουλτουριάρικο και τον νέο ελληνικό κινηματογράφο, απέδειξε ότι είναι πολύ σημαντική ηθοποιός (σε αντίθεση με τη Μπαζάκα π.χ.), καθόλου δήθεν, σωστή και μετρημένη και κακώς μένει ανεκμετάλλευτη από τις εταιρίες παραγωγής. 2) Η μοντέρνα, αμερικάνικης σχολής, σκηνοθετική ματιά του Παπακαλιάτη, παρά το στυλιζαρισμένο ορισμένων πλάνων. 3) Η γραφή του Παπακαλιάτη, που αν και δεν καταφέρνει να σε κάνει να αγαπήσεις τους ήρωές του, τουλάχιστον σε κάνει να τους συμπαθήσεις.
Και βέβαια, το ότι σε σχέση με τις υπόλοιπες φετινές σειρές, ήταν σαφώς η καλύτερη.