Δευτέρα 26 Απριλίου 2010

Η Κληρονόμος, η Νήσος και η Ψυχή Βαθιά

Ο ελληνικός κινηματογράφος θέλει και προσπαθεί να ξεκολλήσει από τον βούρκο. Μετά από την δεκαετία του 80, όπου τηλεόραση και κινηματογράφος βρέθηκαν στο απόλυτο ναδίρ, σιγά-σιγά από τη δεκαετία του 90 ο κινηματογράφος άρχισε να κάνει προσπάθεια να απεγκλωβιστεί από τη θανατηφόρα πολιτική των κρατικών επιχορηγήσεων και από τη φιλοσοφία του στυλ "όσο λιγότεροι θεατές, τόσο καλύτερη η ταινία". Το πώς κατάφερε μια σταρ του Broadway και εν μέρει του Χόλιγουντ (Μελίνα Μερκούρη) να συνδέσει το όνομά της, ως Υπουργός Πολιτισμού, με αυτή την παρακμή, δείχνει πόσο μεγάλη καταστροφή μπορεί να φέρει η ιδεολογία όταν αυτή επιβάλλεται στην τέχνη.
Είδα τρεις σχετικά πρόσφατες ελληνικές ταινίες, από τις οποίες οι δύο φτιάχτηκαν με τη λογική να μπει ο κόσμος στις αίθουσες, ενώ η τρίτη έμεινε κολλημένη στην παλιά αισθητική. Κι αυτή που έμεινε κολλημένη είναι η Ψυχή Βαθιά του Παντελή Βούλγαρη. Ο Παντελής Βούλγαρης - και είναι γνωστό αυτό - ξεκίνησε από τον Φίνο. Βέβαια, μετά ήρθε η δεκαετία του 70 και του 80, οι Έλληνες κινηματογραφιστές ξαφνικά το είδαν Γκοντάρ και Παζολίνι και μέσα σ'αυτούς και ο Βούλγαρης που δεν ήθελε να υστερήσει και αποφάσισε να αποποιηθεί το "βρωμερό" παρελθόν του. Βέβαια, προς τιμήν του, δεν έφτασε ποτέ στις ακρότητες των άλλων, αλλά το μόνο που κατάφερε είναι να φτιάξει ένα ΒΑΡΕΤΟ σινεμά. Και μη μου πείτε για τα Πέτρινα Χρόνια. Αν αύριο παιχτεί σε κάποιο κανάλι, θα κλειστείτε μέσα για να το δείτε; Πολύ αμφιβάλλω.
Αυτό που ποτέ δεν κατάλαβε ο Βούλγαρης και απ' αυτό υποφέρει και η τελευταία ταινία του, είναι το σενάριο. Ό,τι θέμα και να έχει η ταινία σου, θα πρέπει αυτό να υποστηρίζεται σεναριακά. Η Ψυχή Βαθιά ως ταινία είναι απαράδεκτη. Μην παρασύρεστε από τυχόν καλές κριτικές που διαβάσατε. Δυστυχώς, όπως και σε όλους τους κλάδους, οι κριτικοί έχουν πλέον πάρε-δώσε με τους σκηνοθέτες. Και, κακά τα ψέματα, δύσκολα θα γράψεις κακή κριτική για τον άνθρωπο με τον οποίο έπινες καφέ χθες το απόγευμα. Και σχέσεις να μην έχεις, ο καλλιτεχνικός χώρος είναι πολύ μικρός και όλοι γνωρίζονται λίγο-πολύ. Εγώ λοιπόν που δεν γνωρίζω τον κο Βούλγαρη, έχω να πω ότι η ταινία του δεν βλέπεται. Το έτρεξα στο γρήγορο, δεν αντεχόταν. Να μη μιλήσω για καθοδήγηση ηθοποιών και παίξιμο, ήταν για γέλια τελείως. Την καλή ταινία, ξαναλέω, δεν την κάνει το σοβαρό θέμα της.
Η άλλη ταινία που είδα ήταν η Κληρονόμος με τη Σμαράγδα Καρύδη. Αίσχος, με μια λέξη. Όχι τίποτα, για μη λέτε ότι τα έχω βάλει μόνο με τους ψευτοκουλτουριάρηδες. Τα βάζω και με τους εμπορικούς, ωραιότατα, χωρίς πρόβλημα. Χρόνια είχα να δω βιντεοκασέτα της δεκαετίας του 80 και ευχαριστώ τη Σμαράγδα Καρύδη που μου την ξαναθύμισε. Από πού να το πιάσω και από πού να τ'αφήσω. Για άλλη μια φορά, ο πολύ συμπαθής Πέτρος Λαγούτης δεν μπορεί να βρει έναν ρόλο της προκοπής. Η Σμαράγδα Καρύδη καλά θα κάνει να αρχίσει να ανησυχεί. Η Ντάλια Χατζηαλεξάνδρου κάποτε θα ξεχαστεί και όσο παίζει σε τέτοιες ταινίες ή γυρίζει σήριαλ σαν εκείνο το θεόχαζο με τον Αθερίδη, η όποια καλή εικόνα έχουμε φτιάξει στο μυαλό μας, θα εξαφανιστεί.
Η τελευταία ταινία που είδα ήταν η Νήσος. Μμμμ... Εδώ έχουμε καλή προσπάθεια. Βέβαια, πήγαινε για μαύρη κωμωδία ή κάτι τέτοιο, και δεν πέτυχε απόλυτα. Αλλά βλεπότανε. Και βλεπότανε πολύ άνετα. Και με ενδιαφέρον, μπορώ να σου πω. Και είχε και ένα πολύ καλό cast, με πρώτο και καλύτερο τον Βλαδίμηρο Κυριακίδη. Πάρα πολύ καλός ο Βλαδίμηρος. Τον θυμάται άραγε κανείς από τις Βαρβαρότητες, εκείνη τη χαζομάρα του Αντέννα με τη Χρύσα Ρώπα; Ενώ η Ρώπα έμεινε ίδια κι απαράλλαχτη, δοκιμάζοντας πολύ συχνά τα νεύρα μας με τις τσιρίδες της που η ίδια αποκαλεί ερμηνεία, ο Κυριακίδης εξελίχθηκε σε κάτι πολύ καλό. Είναι απόλαυση.

Παρασκευή 16 Απριλίου 2010

Εραστής δυτικών προαστίων

Ποτέ δεν συμπάθησα τον Λευτέρη Καπώνη. Πολυγραφότατος, αλλά με τη μία μετριότητα να διαδέχεται την άλλη. Αν εξαιρέσεις το "Οι παντρεμένοι έχουν ψυχή" όπου υπήρχε όμως η περσόνα του Ακάλυπτου, η οποία έσωζε τα προσχήματα, όλες οι υπόλοιπες σειρές του κυμαίνονται από την ανοησία έως την αδιαφορία. Και ξαφνικά έρχεται το "Εραστής Δυτικών Προαστίων" και ξεχωρίζει. Το οποίο για μένα ήταν μεγάλη έκπληξη.
Καταρχάς, είναι μια σειρά που έχεις κάθε λόγο να την κατακρεουργήσεις. Όλα τα κλισέ είναι μαζεμένα. Ο φτωχός πλην τίμιος νέος που ερωτεύεται την πλούσια κοπέλα, αλλά αντιδρά ο πατέρας της που τον βλέπει ως προικοθήρα. Αστείο, δεν είναι; Μόνο τις παλιές ελληνικές ταινίες να υπολογίσεις, σκέψου πόσες φορές έχουμε δει αυτό το θέμα. Πόσο μάλλον στις μέρες μας που υποτίθεται ότι δεν υπάρχουν αυτές οι διαχωριστικές γραμμές, όχι τόσο έντονα τουλάχιστον. Κι όμως για μια ακόμη φορά το κλισέ λειτούργησε. Γιατί;
Νομίζω ότι εδώ έχουμε να κάνουμε με τη δύναμη του "δοκιμασμένου". Ορισμένες συνταγές πάντα θα έχουν απήχηση, γιατί ακριβώς έχουν μια πρωτόγονη, σχεδόν αρχετυπική δύναμη. Αφορούν σε θέματα που ο θεατής θέλει να δει, γιατί σε κάποιο βαθύτερο επίπεδο τον αγγίζουν. Ακόμα και κακοφτιαγμένα πράγματα (βλ. Ονειροπαγίδα) γνωρίζουν κάποια επιτυχία, ακριβώς λόγω της δοκιμασμένης συνταγής (αν ξανακούσω τον Καραμίχο ή τη Σολωμού να λένε "Έλα μου", θα σπάσω την τηλεόραση!).
Η σειρά "Εραστής δυτικών προαστίων"σχολιάστηκε αρνητικά από πάρα πολλούς όταν πρωτοπαίχτηκε, ακριβώς γιατί, κατά τη γνώμη μου, κόλλησαν στο θέμα της. Εγώ διαφωνώ. Το ζήτημα δεν είναι το θέμα μιας σειράς, αλλά το πώς το παρουσιάζεις. Ο Καπώνης νομίζω σεβάστηκε απόλυτα τη "συνταγή". Δεν προσπάθησε να πρωτοτυπήσει ούτε να πουλήσει εξυπνάδα, αλλά έδειξε ότι δεν ντράπηκε που ασχολήθηκε με το θέμα αυτό και τήρησε τους κανόνες. Επίσης, στάθηκε τυχερός στο πρωταγωνιστικό ζευγάρι, που πραγματικά σπάνια έχω δει σε τηλεοπτικά ζευγάρια τέτοια ερωτική χημεία.
Ασφαλώς και δεν πρόκειται για καμιά σειρά που άλλαξε την πορεία της τηλεόρασης. Αλλά εμένα προσωπικά με έπεισε ότι αντιμετώπισε με σοβαρότητα το χιλιοειπωμένο. Και για μένα, κέρδισε.

Δευτέρα 5 Απριλίου 2010

Chart Show - Τραγούδια από τον ελληνικό κινηματογράφο

Αυτή ήταν μια καλή εκπομπή, κυρίως γιατί είναι τόσο γνωστά αυτά τα τραγούδια που δεν θα μπορούσε να γίνει κάποιο λάθος στην επιλογή. Κάποια ίσως ξεχάστηκαν, κάποια παραλείφθηκαν, αλλά δεν πειράζει. Το καλό με τις εκπομπές αυτές της Ναταλίας Γερμανού, παρόλο που έχω πολλές φορές αντιρρήσεις για το πώς καταρτίζονται τα διάφορα charts, είναι ότι μαθαίνουμε κάποιες πληροφορίες για τα τραγούδια που επιλέγονται, που δεν είναι ίσως ευρέως γνωστές.
Τι δεν μου άρεσε; Ο Φώτης Μεταξόπουλος, που σχολίασε αρκετά τραγούδια. Κύριε Μεταξόπουλε, σας αγαπώ, σας εκτιμώ, αλλά μάλλον δεν καταλάβατε ότι η εκπομπή δεν ήταν για σας. Σε κάθε τραγούδι που σχολίαζε, έλεγε κάτι για τον εαυτό του. Εδώ έκανα χορογραφία, ο Ηλιόπουλος με πήρε για να κάνω αυτό, θυμάμαι ο τάδε μου είπε εκείνο, δεν χρειάστηκε ποτέ να χορογραφήσω τη Ρένα... Σχεδόν σε κάθε του σχόλιο έλεγε κάτι για τον εαυτό του. 'Αστοχος.
Εκείνος όμως που δεν σταματάει να με απογοητεύει με κάθε εμφάνισή του είναι ο Μίμης Πλέσσας. Αυτή η γλυκανάλατη φωνή που λέει όλο εξυπνάδες, με την κακή έννοια, και που κρύβει μια τέτοια αλαζονεία, μια αυταρέσκεια, έχει καταντήσει πλέον εκνευριστική. Κε Πλέσσα μου, είστε πολύ καλός και πρώτος εγώ σας βγάζω το καπέλο για τα δεκάδες πολύ ωραία τραγούδια που έχετε γράψει. Αλλά Χατζιδάκις δεν είστε και δεν θα γίνετε ποτέ. Ούτε Ξαρχάκος. Για το δικό σας το καλό, ελπίζω να το γνωρίζετε αυτό και να μην τρέφετε αυταπάτες. Επιτέλους, δεν είστε ο Θεός επί της γης. Μπορεί να μην το λέτε, αλλά η συμπεριφορά σας αυτό δείχνει. Κι επιτέλους μιλήστε σαν άνθρωπος, απλά, φυσιολογικά, όπως θα μιλούσατε σε έναν γνωστό σας. Ο τρόπος που μιλάτε βγάζει μεγάλη ψευτιά, δεν το καταλαβαίνετε; Είστε ο ορισμός του "δήθεν".
Θα μου πείτε, με ποιο δικαίωμα κάθομαι και σχολιάζω έναν Μίμη Πλέσσα... Γιατί όχι; Όλος αυτός ο κόσμος που έκραζε και κράζει τη Βουγιουκλάκη, με ποιο δικαίωμα το κάνει; Μήπως η Βουγιουκλάκη δεν είχε ταλέντο; Για όποιον έχει αντίρρηση, ας ξαναδεί τη Μανταλένα. Εκπληκτική, με μία λέξη. Ήταν όμως άδικη η κριτική ότι έβγαινε εντελώς ψεύτικη για πολλά χρόνια στις συνεντεύξεις της; Όχι. Έτσι είναι.
Επαναλαμβάνω ότι ασκώ κριτική στη συμπεριφορά του και όχι στο ταλέντο του. Και ο Κώστας Πρέκας βγαίνει και γελοιοποιείται στα μεσημεριανά. Είναι μεγάλος ηθοποιός όμως και αυτό δεν πρέπει να το ξεχνάμε. Δείτε τον στον Επαναστάτη Ποπολάρο και θα καταλάβετε. Την πήρε την ταινία και τη σήκωσε, όχι αστεία.
Γενικά, μια πολύ ωραία εκπομπή πάντως. Ανατρίχιασα όταν άκουσα τον Χάρη Ασημακόπουλο να διηγείται την ιστορία που ο πρωταγωνιστής από το μιούζικαλ Σικάγο προσκύνησε τον Γιάννη Δαλιανίδη, καθώς τον διδάσκονται στις σχολές τους. Για σκέψου... Κι εμείς εδώ τον υποτιμούσαμε για χρόνια...
Και τέλος, για του λόγου του αληθές, ότι δηλαδή εκτιμώ τον συνθέτη Πλέσσα, να ένα πολύ ωραίο τραγούδι του από την κάκιστη όμως ταινία του Νίκου Φώσκολου "Πεθαίνω κάθε ξημέρωμα", όπου οι διάλογοι ξεπερνούσαν κάθε φαντασία. Το τραγούδι όμως του Πλέσσα είναι ωραιότατο.




Σάββατο 3 Απριλίου 2010

Στο παρά πέντε

Άρχισε να παίζεται σε επανάληψη και το Στο παρά πέντε. Δεν θα αναφερθώ στις αρετές της σειράς, οι οποίες είναι γνωστές, εξάλλου ο Καπουτζίδης είχε δείξει τις πολύ μεγάλες ικανότητές του από τις Σαββατογεννημένες. Θα ήθελα όμως να σταθώ στο φινάλε της σειράς, γιατί ΚΑΙ εδώ ο Καπουτζίδης φαίνεται να υπερέχει συγκριτικά με τους υπόλοιπους.
Ήδη σε παλαιότερη ανάρτηση αναφέρθηκα στο παντελώς άστοχο φινάλε της Ντόλτσε Βίτα. Έτσι όπως τελείωσε, ήταν σαν να μας έλεγαν οι σεναριογράφοι, δύο χρόνια σας κοροϊδεύαμε, δεν είχαμε κάποιον μεγάλο έρωτα, αλλά μια αρπαχτή. Ειδικά, όταν έβαλαν τη Χριστίνα να επαναλαμβάνει την ίδια ιστορία με τον Μάριο Αθανασίου, εγώ προσωπικά ξενέρωσα εντελώς. Για τους Δύο Ξένους, ούτε λόγος. Είτε έπρεπε να συνεχιστεί η σειρά και τρίτη σεζόν είτε να τεκμηρίωναν καλύτερα το happy end. Δεν γίνεται η άλλη μόλις να έχει κάνει γάμο, να μην έχει λυθεί κανένα από τα προβλήματα της σχέσης της με τον Σεργιανόπουλο και μόνο επειδή τον βλέπει μπροστά της να πέφτει στην αγκαλιά του.
Αλλά και το Είσαι το ταίρι μου είχε αρκετά προβλήματα. Έπρεπε καταρχάς να γίνει ένα ξεκαθάρισμα με την οικογένεια, όπου να τους αποκαλύπτει η Βίκυ Σταυροπούλου όλη την αλήθεια. Χάσαμε μια πραγματικά πολύ δυνατή δραματική σκηνή, που έλειπε από τη σειρά και κακώς τη φοβήθηκε ο Παπαπέτρου. Κι εκείνο με τη μοτοσυκλέτα, καλό αλλά λίγο.
Ο Καπουτζίδης, όμως, μας προσέφερε ένα εξαιρετικά πλούσιο φινάλε, που πραγματικά σου έδινε την αίσθηση της πληρότητας και της ολοκλήρωσης. Η όλη ιστορία με τις γιαγιάδες ήταν εκπληκτική. Πολλοί βέβαια είπανε, μας έκανε δύο χρόνια να γελάμε και ξαφνικά θυμήθηκε το κλάμα. Εγώ διαφωνώ. Ήταν υπέροχο. Η σωστή κωμωδία πρέπει να έχει και κάποια δραματικά στοιχεία για να της δώσεις μια αληθοφάνεια. Η δε σκηνή του Σπύρου με τη Θεοπούλα, που μόλις έχει δει το φέρετρο και προσπαθούν να πιάσουν κουβέντα με τα κουτσομπολιά της γειτονιάς, όπως έκανε η Θεοπούλα με τη νεκρή γιαγιά, ήταν ΣΥΓΚΛΟΝΙΣΤΙΚΗ. "Δεν τα ξέρω εγώ αυτά Θεοπούλα..." "Αχ, δεν τα ξέρεις..." Και προδίκαζε και το τέλος της Θεοπούλας. Και πολύ έξυπνο που τις έβαλε να αναλαμβάνουν ρόλο παρόμοιο με της Αμαλίας.
Επίσης, πολύ ωραία η πραγματική ιστορία της Αμαλίας, πολύ ωραία τακτοποίησε τις δύο συμπεθέρες που δεν τις χώρισε, αλλά και όλους τους υπόλοιπους. Η μόνη παραφωνία ήταν η επανασύνδεση της Ντάλιας με τον Αλέξη, που έγινε εντελώς πρόχειρα. Ανοίγει την πόρτα, βλέπει τα παιδιά και ζήσαν αυτοί καλά κι εμείς καλύτερα. Ο Καπουτζίδης δήλωσε πως τους ήθελε χωρισμένους και μετά από καθολική απαίτηση του κοινού, τους τα έφτιαξε τελικά. Οπότε εξηγείται κάπως η προχειρότητα. Γενικά όμως, η ιστορία της Ντάλιας με τον Αλέξη είχε αρκετά κενά. Ποτέ δεν καταλάβαμε απόλυτα τους ενδοιασμούς της Ντάλιας και γιατί αντιδρούσε τόσο έντονα. Τέλος πάντων.

Υ.Γ. Μετά το τελευταίο επεισόδιο, στην Ανατροπή, ο Καπουτζίδης δήλωσε πως ο ρόλος της Ντάλιας ήταν γραμμένος αρχικά για μια πιο ώριμη γυναίκα και προόριζε τον ρόλο για την Κάτια Δανδουλάκη, η οποία όμως είχε συμβόλαιο τότε με την Βέρα στο Δεξί. Παρόλο που τώρα βέβαια έχουμε ταυτίσει τη Ντάλια με την Σαμαράγδα Καρύδη, θα ήθελα να έχω δει αυτή την εκδοχή. Νομίζω πως ήταν μια χαμένη ευκαιρία για την Κάτια Δανδουλάκη, όπου θα μας έδειχνε ένα διαφορετικό πρόσωπο, που θα της άνοιγε τις πόρτες και για άλλου τύπου σειρές πλην των καθημερινών. Κρίμα.

Τα μυστικά της Εδέμ, Η Ζωή της άλλης και ο μύθος της Λάμψης

Δεν τις βλέπω αυτές τις σειρές, γιατί δεν μπορώ να αφιερώσω τόσο χρόνο όσο απαιτεί μία καθημερινή σειρά. Μου κάνουν εντύπωση όμως τα νούμερα τηλεθέασης, που είναι πράγματι πολύ υψηλά και για τις δυο σειρές. Και με τα νούμερα αυτά, καταρρίπτεται ο μύθος της Λάμψης, που υποτίθεται πως άφησε εποχή στο είδος daytime drama, όπως αποκαλούν αυτές τις σειρές οι Αμερικανοί. Και ο μύθος καταρρίπτεται, γιατί τέτοια νούμερα δεν είδε ποτέ η Λάμψη.
Δεν ξέρω τι νούμερα έκανε η Λάμψη όταν πρωτοπαίχτηκε στον Αντέννα, αλλά δεν μπορεί αυτό να αποτελέσει κριτήριο, γιατί γενικά οι ελληνικές σειρές τότε είχαν υψηλές τηλεθεάσεις. Μετά από την δεκαετία του 80 και την απόλυτη ξηρασία που επικρατούσε στην ΕΡΤ, η ιδιωτική τηλεόραση έφερε έναν αέρα φρεσκάδας και πέσαμε όλοι με τα μούτρα. Όταν από μια ολόκληρη δεκαετία, που η ΕΡΤ αποφάσισε να αποποιηθεί το ένδοξο παρελθόν της (Πανθέοι, Συμβολαιογράφος, Λωξάντρα, Ο Χριστός ξανασταυρώνεται κλπ.) δεν έχεις κάποιο αξιόλογο ελληνικό προϊόν να θυμάσαι, εκτός από κάνα δυο σειρές βασισμένες σε βιβλία του Γιάννη Μαρή και τη Μαντάμ Σουσού, είναι πολύ λογικό να πετάς τη σκούφια σου με τις Τρεις Χάριτες και τους Απαράδεκτους, που ασφαλώς ήταν και καλές σειρές. Οπότε και να είχε υψηλά νούμερα τότε η Λάμψη, επικρατούσε τέτοια τηλεοπτική πείνα, που όλες οι σειρές τσιμπούσαν κάτι παραπάνω από την πραγματική αξία τους.
Μόλις όμως άρχισαν να ηρεμούν τα πράγματα και να πηγαίνει κάθε κατεργάρης στον πάγκο του, η Λάμψη έκανε νούμερα της τάξης του 7, 8, 9%. Αναφέρομαι ασφαλώς στα λεγόμενα "μικρά" νούμερα, γιατί αυτά είναι που έχουν αξία. Τα "μεγάλα" ενδιαφέρουν μόνο τα κανάλια και τους διαφημιστές. Μην παρασύρεστε από τα 60άρια και τα 70άρια, γιατί αυτά αφορούν στους ανθρώπους που παρακολουθούν τηλεόραση εκείνη τη στιγμή. Και δέκα μόνο άνθρωποι να έχουν ανοιχτή την τηλεόρασή τους μια δεδομένη στιγμή, αν οι οκτώ επιλέξουν ένα συγκεκριμένο πρόγραμμα, η τηλεθέαση θα είναι 80%. Αυτό το νούμερο όμως δεν λέει τίποτα για την γενικότερη απήχηση μιας εκπομπής. Το μικρό νούμερο θα μας δείξει το ποσοστό του πληθυσμού που συνειδητά επιλέγει να δει κάτι.
Έτσι λοιπόν, η Λάμψη είχε μια πολύ συγκεκριμένη απήχηση, ένα στάνταρ κοινό που την παρακολουθούσε και παρέμεινε αμετάβλητο με τα χρόνια. Λέγαμε τότε ότι αυτά είναι τα λογικά νούμερα για εκείνη την ώρα, καθώς δεν παιζόταν σε ώρα prime time. H επιτυχία όμως των δύο αυτών τελευταίων σειρών απέδειξε ότι υπάρχει ένα υπερδιπλάσιο κοινό που θέλει και μπορεί να δει καθημερινή σειρά, απλά δεν ήθελε να βλέπει τη Λάμψη. Και αρχίζεις και αναθεωρείς την έννοια "επιτυχία". Είχε τελικά πραγματική επιτυχία η Λάμψη ή μήπως είχε ένα κοινό που θα έβλεπε ο,τιδήποτε κι αν παιζόταν εκείνη την ώρα;
Βέβαια, για να μην είμαι άδικος, το Μέγκα προσπαθούσε χρόνια να χτυπήσει τη Λάμψη και μόνο με τη Βέρα στο Δεξί τα κατάφερε. Τι προσπάθειες έκανε όμως; Είναι δυνατόν να θεωρείς έξυπνη επιλογή την Ελένη Μαβίλη, τα σενάρια της οποίας ήταν η ΒΛΑΚΕΙΑ προσωποποιημένη; Εννοείται ότι ακόμα κι ο Φώσκολος είναι καλύτερος! Είναι ντροπή για όλους μας που κάποτε επιτρέψαμε σε αυτή τη γυναίκα να γνωρίσει επιτυχία με τις ανεκδιήγητες σειρές της. Είναι μια μαύρη σελίδα στην ιστορία της τηλεόρασης. Ευτυχώς, δεν κράτησε πολύ.